- χόυα
- η, Νβοτ. γένος αειθαλών διακοσμητικών φυτών.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην Ελληνική ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. hoya, από το όν. τού Άγγλου ανθοκόμου Thomas Hoy].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
σχέδιο — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται οποιαδήποτε παράσταση πάνω σε μια επιφάνεια (βράχο, επιχρισμένο τοίχο, μέταλλο, ξύλο, περγαμηνή, χαρτί κλπ.) που απεικονίζεται με ένα περίγραμμα το οποίο αποτελείται από μια ή περισσότερες γραμμές· στην… … Dictionary of Greek
τένται — Ιαπωνική βουδιστική αίρεση, που την εισήγαγε από την Κίνα το 806 ο Ντενγκιό Νταϊσί (767 822). Στην Κίνα ονομαζόταν Τ’ιέν – τ’άι, από την ονομασία μιας μονής της επαρχίας της Τσεκιάνγκ, από την οποία εξαπλώθηκε τον 6o αι. Βασισμένη στη διδασκαλία… … Dictionary of Greek
τεντάι — Ιαπωνική βουδιστική αίρεση, που την εισήγαγε από την Κίνα το 806 ο Ντενγκιό Νταϊσί (767 822). Στην Κίνα ονομαζόταν Τ’ιέν – τ’άι, από την ονομασία μιας μονής της επαρχίας της Τσεκιάνγκ, από την οποία εξαπλώθηκε τον 6o αι. Βασισμένη στη διδασκαλία… … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek
Ουάνγκ Μενγκ — (Χιου Τσου, Τσετσιάνγκ 1309; – Νανκίν 1385;). Κινέζος ζωγράφος. Εγγονός του Τσάο Μενγκ φου, θεωρείται ένας από τους «Τέσσερις Μεγάλους Ζωγράφους» της περιόδου Γιουάν. Άντλησε την έμπνευσή του από τους τοπιογράφους της περιόδου Σουνγκ του Βορρά,… … Dictionary of Greek
Σεν Τσου — Κινέζος ζωγράφος, καλλιγράφος και ποιητής (Ουμεν, Σουτσόου 1427 1509). Υπήρξε ιδρυτής της σχολής του ζωγραφικού κινήματος που έμεινε γνωστό με το όνομα Ου, από το όνομα της ομώνυμης επαρχίας όπου γεννήθηκε. Υπέστη την επίδραση των δασκάλων «Ουέν… … Dictionary of Greek
Σεσού — Ιάπωνας ζωγράφος (Ακαχάμα, Μπίτσου 1420 ναός του Νταϊκιάν, κοντά στη Μασούντα, Ιουάνι 1507). Μαθητής του Σουμπούν, ήταν ο μεγαλύτερος δάσκαλος της ζωγραφικής με σινική μελάνη της περιόδου Μουρομάτσι (1333 1573) και ένας από τους μεγαλύτερους όλης … Dictionary of Greek